tuerto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

tuerto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "tuerto" είναι ουσιαστικό και επίθετο στα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈtwerto/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση της λέξης

Η λέξη "tuerto" αναφέρεται σε άτομο που έχει χάσει την όραση από το ένα μάτι. Χρησιμοποιείται στη γενική γλώσσα για να περιγράψει ανθρώπους οι οποίοι είναι μονοφθαλμοί. Η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή σε προφορικό λόγο, αν και είναι και γραπτή λέξη. Στην ισπανική γλώσσα, μπορεί επίσης να θεωρηθεί κάποιας μορφής υποτιμητική ή προσβλητική αναφορά, ανάλογα με το πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El hombre tuerto caminaba lentamente por la calle.
  2. Ο μονοφθαλμός άνδρας περπατούσε αργά στον δρόμο.

  3. En la película, el héroe es un tuerto que lucha por la justicia.

  4. Στην ταινία, ο ήρωας είναι ένας μονοφθαλμός που αγωνίζεται για τη δικαιοσύνη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "tuerto" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμπλουτιστεί με παραδείγματα που αναδεικνύουν τη σημασία της.

  1. "Ver el mundo con un ojo tuerto."
  2. "Να βλέπεις τον κόσμο με ένα μονοφθαλμό μάτι."
  3. Σημαίνει να έχεις μια περιορισμένη ή ασυνήθιστη οπτική για τα πράγματα.

  4. "Vivirse como un tuerto en un país de ciegos."

  5. "Να ζεις σαν μονοφθαλμός σε χώρα τυφλών."
  6. Αναφέρεται στην έννοια του να ξεχωρίζεις για την ικανότητά σου σε μια ομάδα που δεν έχει την ίδια δυνατότητα.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "tuerctus", που σημαίνει "στραβωμένος" ή "παράλληλος", το οποίο αναφέρεται στη φύση της όρασης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Monocular - Ciego (όσον αφορά σε ένα μάτι)

Αντώνυμα: - Visionario (όραση) - Bifocal (όραση με δύο μάτια)



23-07-2024