Η λέξη "ubicar" είναι ρήμα.
/ubiˈkar/
Η λέξη "ubicar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την πράξη της τοποθέτησης ή της εντοπισμού κάποιου αντικειμένου ή προσωπικότητας σε κάποιον συγκεκριμένο χώρο ή θέση. Είναι κοινή στη χρήση και εμφανίζεται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντάται ελαφρώς πιο συχνά σε τεχνικά ή επίσημα κείμενα.
"Πρέπει να τοποθετήσω τα σημαντικά μου έγγραφα."
"¿Puedes ubicarme el restaurante en el mapa?"
Η λέξη "ubicar" είναι μέρος ορισμένων ιδιωματικών εκφράσεων στα Ισπανικά, που παραπέμπουν σε διάφορες εννοιολογικές χρήσεις της τοποθέτησης και του εντοπισμού.
"Να τοποθετήσουμε το κρίσιμο σημείο." (αναφέρεται στο να βρεις τη βασική ή πιο σημαντική ιδέα σε μια συζήτηση ή πρόβλημα).
"No puedo ubicarlo en este momento."
"Δεν μπορώ να τον εντοπίσω αυτή τη στιγμή." (αναφέρεται στο να μην μπορείς να βρεις ή να επικοινωνήσεις με κάποιον).
"Ubicar mis ideas en el papel."
"Να τοποθετήσω τις σκέψεις μου στο χαρτί." (αναφέρεται στη διαδικασία της συγγραφής ή της οργάνωσης σκέψεων).
"Intentar ubicar sus sentimientos."
Η λέξη "ubicar" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "ubicare", το οποίο χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει την τοποθέτηση ή τον προσδιορισμό μιας θέσης.