Η λέξη "usual" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "usual" είναι /ˈjuːʒuəl/
Η λέξη "usual" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - συνήθης - κανονικός
Η λέξη "usual" αναφέρεται σε κάτι που συμβαίνει συνήθως, ή είναι σύνηθες και οικείο. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που δεν είναι ασυνήθιστο ή περίεργο. Στην ισπανική γλώσσα, συχνά απαντάται σε γραπτό και προφορικό λόγο, με έμφαση σε καταστάσεις και γεγονότα που επαναλαμβάνονται τακτικά. Ωστόσο, μπορεί να έχει μεγαλύτερη συχνότητα χρήσης σε γραπτές περιγραφές.
Ίσως έχουμε τις usual παραδοσιακές γιορτές φέτος.
Ίσως έχουμε τις συνήθεις παραδοσιακές γιορτές φέτος.
Ο καθηγητής έκανε την usual εισαγωγή στο μάθημα.
Ο καθηγητής έκανε την συνηθισμένη εισαγωγή στο μάθημα.
Η λέξη "usual" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
En su forma usual.
Στην συνήθη μορφή της.
Como es usual.
Όπως είναι συνηθισμένο.
En el contexto usual.
Στο συνήθη πλαίσιο.
Η λέξη "usual" προέρχεται από το λατινικό “usualis”, που σημαίνει "συνηθισμένος", το οποίο προκύπτει από τη ρίζα “uti”, που σημαίνει "να χρησιμοποιείς".