utensilio - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

utensilio (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "utensilio" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "utensilio" είναι: /utenˈsi.ljo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - εργαλείο - σκεύος - utensilio (διατηρείται η ισπανική μορφή ενίοτε)

Σημασία και χρήσης

Η λέξη "utensilio" αναφέρεται σε οποιοδήποτε εργαλείο ή σκεύος που χρησιμοποιείται για έναν συγκεκριμένο σκοπό, συνήθως σχετικό με τη μαγειρική ή την τέχνη, όπως κουζινικά σκεύη. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των ισπανόφωνων και ανήκει σε καθημερινές συζητήσεις, εφόσον η μαγειρική είναι ένα κοινό θέμα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε πιο τεχνικά περιβάλλοντα. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, κυρίως σε γραπτές και προφορικές αναφορές για σκεύη και εργαλεία.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El chef utilizó un utensilio especial para preparar la comida.
  2. Ο σεφ χρησιμοποίησε ένα ειδικό εργαλείο για να ετοιμάσει το φαγητό.

  3. Necesito comprar un utensilio para mezclar la masa.

  4. Χρειάζομαι να αγοράσω ένα σκεύος για να ανακατέψω τη ζύμη.

  5. Los utensilios de cocina deben limpiarse después de usarlos.

  6. Τα κουζινικά σκεύη πρέπει να καθαρίζονται μετά τη χρήση τους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "utensilio" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Utensilio de batalla"
  2. χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει τα εργαλεία ή τους πόρους που έχω στη διάθεσή μου για να αντιμετωπίσω μια δύσκολη κατάσταση.
  3. Τι να κάνω; Αυτό είναι το μόνο μου εργαλείο στη μάχη.

  4. "Utensilio de la vida cotidiana"

  5. αναφέρεται σε κάθε καθημερινό εργαλείο ή σκεύος που διευκολύνει τη ζωή μας.
  6. Η κουζίνα είναι γεμάτη καθημερινά σκεύη που κάνουν τη ζωή πιο εύκολη.

  7. "Utensilios para el arte"

  8. επισημαίνει εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία καλλιτεχνικών έργων.
  9. Χρειάζομαι περισσότερα καλλιτεχνικά σκεύη για το μουσειακό μας έργο υπαίθρου.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "utensilio" προέρχεται από το λατινικό "utensilium", που σημαίνει «εργαλείο» ή «σκέυος». Η ρίζα του λατινικού όρου είναι το "utens", που σημαίνει «αυτό που χρησιμοποιείται».

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - herramienta (εργαλείο) - aparato (συσκευή) - implemento (εξοπλισμός)

Αντώνυμα: - improductivo (μη παραγωγικό) - inútil (άχρηστο)

Αυτές οι πληροφορίες προσδιορίζουν τις πτυχές της λέξης "utensilio" στον ισπανικό γλωσσικό χώρο.



23-07-2024