utillaje - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

utillaje (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "utillaje" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "utillaje" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [utiˈʝa.xe]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "utillaje" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - εξοπλισμός - εργαλεία - αξεσουάρ

Σημασία της λέξης

Η "utillaje" αναφέρεται γενικά σε σύνολο εργαλείων, αξεσουάρ ή εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένες εργασίες ή διαδικασίες, κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας και της τεχνολογίας. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να είναι πιο κοινή σε τεχνικά ή επαγγελματικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. En el taller, tenemos todo el utillaje necesario para realizar las reparaciones.
  2. Στην εξουσία, έχουμε όλο τον εξοπλισμό που χρειάζεται για να κάνουμε τις επισκευές.

  3. La calidad del utillaje es fundamental para el éxito del proceso productivo.

  4. Η ποιότητα του εξοπλισμού είναι θεμελιώδης για την επιτυχία της παραγωγικής διαδικασίας.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "utillaje" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που σχετίζονται με την εργασία και την παραγωγή:

  1. Hacer un buen uso del utillaje es clave para evitar accidentes.
  2. Η καλή χρήση του εξοπλισμού είναι κλειδί για να αποφευχθούν ατυχήματα.

  3. En la industria, el utillaje adecuado puede aumentar la eficiencia.

  4. Στη βιομηχανία, ο κατάλληλος εξοπλισμός μπορεί να αυξήσει την αποδοτικότητα.

  5. El mantenimiento del utillaje garantiza la durabilidad de los instrumentos.

  6. Η συντήρηση του εξοπλισμού διασφαλίζει τη μακροχρόνια διάρκεια των εργαλείων.

  7. A la hora de producir, el utillaje juega un papel crucial.

  8. Όταν πρόκειται για παραγωγή, ο εξοπλισμός παίζει κρίσιμο ρόλο.

  9. El utillaje obsoleto puede limitar el crecimiento de la empresa.

  10. Ο ξεπερασμένος εξοπλισμός μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη της επιχείρησης.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "utillaje" προέρχεται από το ρήμα "utilizar", που σημαίνει "να χρησιμοποιώ", με το κατάληξη "-aje" που υποδεικνύει ένα σύνολο ή τη διαδικασία. Έτσι, "utillaje" σημαίνει αυτό που χρησιμοποιείται ή το σύνολο εργαλείων που χρησιμοποιούνται σε συγκεκριμένες εργασίες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - equipamiento (εξοπλισμός) - herramientas (εργαλεία)

Αντώνυμα: - desuso (μη χρήση) - ineficacia (αναποτελεσματικότητα)



23-07-2024