Το "vaho" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "vaho" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /ˈβaxo/.
Η λέξη "vaho" αναφέρεται σε ατμούς ή αναθυμιάσεις που παράγονται από υγρά κατά τη διάρκεια της θέρμανσης ή της εξάτμισης. Στη γλώσσα Ισπανικά, χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τη διαδικασία αυτή και συνήθως εμφανίζεται σε σχέσεις με ιατρικά ή φυσιολογικά φαινόμενα.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια, και χρησιμοποιείται περισσότερο σε επιστημονικά ή τεχνικά πλαίσια, ενώ η γραπτή μορφή είναι πιο κοινή από την προφορική.
El vaho en el espejo indica que hay humedad en la habitación.
(Ο ατμός στον καθρέφτη υποδηλώνει ότι υπάρχει υγρασία στο δωμάτιο.)
Se puede ver el vaho que sale de la olla cuando hierve el agua.
(Μπορείς να δεις τον ατμό που βγαίνει από την κατσαρόλα όταν βράζει το νερό.)
Η λέξη "vaho" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που σχετίζονται με την ατμόσφαιρα ή την υγρασία.
Huele a vaho en la cocina después de cocinar pescado.
(Μυρίζει ατμό στην κουζίνα μετά το μαγείρεμα ψαριού.)
El vaho del café recién hecho me despertó por la mañana.
(Ο ατμός του φρεσκοφτιαγμένου καφέ με ξύπνησε το πρωί.)
Η λέξη "vaho" προέρχεται από το λατινικό "vapor", που σημαίνει "ατμός" ή "αναθυμιάσεις".
Συνώνυμα: - vapor - humos - niebla (σε ορισμένα συμφραζόμενα)
Αντώνυμα: - sequedad (ξηρότητα) - aire limpio (καθαρός αέρας)
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη λέξη "vaho" και την ενσωμάτωσή της στην ισπανική γλώσσα, προσδιορίζοντας τη χρήση, τις σημασίες και τις σχετικές εκφράσεις της.