Η λέξη "vale" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "vale" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈba.le/
Η λέξη "vale" προέρχεται από το ρήμα "valer", που σημαίνει "είμαι αξίας" ή "είμαι καλός σε κάτι". Στη διαδεδομένη χρήση της, "vale" χρησιμοποιείται συχνά για να συμφωνήσει ή να αποδεχτεί κάτι, με την έννοια ότι "είναι εντάξει" ή "καλώς". Η χρήση της είναι πιο συχνή σε προφορικές συζητήσεις και λιγότερο σε γραπτό κείμενο.
Vale, nos vemos mañana.
(Καλά, θα τα πούμε αύριο.)
Si te parece bien, vamos a cenar a las ocho, ¿vale?
(Αν σου φαίνεται καλά, θα πάμε να δειπνήσουμε στις οκτώ, εντάξει;)
Η λέξη "vale" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Vale la pena.
(Αξίζει τον κόπο.)
No vale la pena discutir.
(Δεν αξίζει τον κόπο να διαφωνούμε.)
Vale más tarde que nunca.
(Καλύτερα αργά παρά ποτέ.)
Vale callar y escuchar.
(Καλά είναι να σωπάσουμε και να ακούσουμε.)
Si no vale, no lo hagas.
(Αν δεν αξίζει, μην το κάνεις.)
Η λέξη "vale" προέρχεται από το ρήμα "valer", που έχει τις ρίζες του στη λατινική λέξη "valere", που σημαίνει "να είναι ισχυρός" ή "να έχει αξία".
Συνώνυμα:
- Está bien (είναι καλό)
- De acuerdo (σύμφωνοι)
Αντώνυμα:
- No vale (δεν έχει αξία)
- Inútil (άχρηστο)