valerse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

valerse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

"Valerse" είναι ρήμα που σημαίνει "να αξίζεις" ή "να χρησιμοποιείς". Είναι ανακλαστικό ρήμα (reflexive verb) στα ισπανικά.

Φωνητική Μεταγραφή

/βαˈλεɾθε/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Το ρήμα "valerse" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να επωφελείσαι ή να επενδύεις σε κάτι, είτε αυτό είναι ένα προσόν, μια κατάσταση ή μια δεξιότητα. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενο στα ισπανικά και μπορείς να το ακούσεις σε προφορικές συζητήσεις και γραπτά κείμενα. Η χρήση του είναι συχνή και στις δύο μορφές λόγου, αν και μπορεί να είναι πιο συνηθισμένο στον προφορικό λόγο λόγω της καθημερινής συζήτησης.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. Él sabe valerse de sus talentos para avanzar en su carrera.
    (Αυτός ξέρει να εκμεταλλεύεται τα ταλέντα του για να προχωρήσει στην καριέρα του.)

  2. Es importante valerse de tus recursos para resolver problemas.
    (Είναι σημαντικό να χρησιμοποιείς τους πόρους σου για να λύσεις προβλήματα.)

  3. Se puede valer de la ayuda de sus amigos en tiempos difíciles.
    (Μπορεί να εκμεταλλευτεί τη βοήθεια των φίλων του σε δύσκολες στιγμές.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Το "valerse" είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων που περιγράφουν τη χρήση και την εκμετάλλευση διαφόρων πλεονεκτημάτων.

  1. Valerse de la experiencia ajena.
    (Να εκμεταλλεύεσαι την εμπειρία των άλλων.)
  2. Σε αυτό το πλαίσιο, εννοούμε ότι μπορούμε να μάθουμε από τις εμπειρίες των άλλων για να αποφύγουμε τα ίδια λάθη.

  3. Valerse de su autoridad.
    (Να εκμεταλλεύεσαι την εξουσία σου.)

  4. Σημαίνει να χρησιμοποιείς τη θέση σου για να επιτύχεις τους στόχους σου.

  5. Valerse de la situación.
    (Να επωφελείσαι από την κατάσταση.)

  6. Ορίζει την ικανότητα να χρησιμοποιείς τις τρέχουσες συνθήκες προς όφελός σου.

  7. Valerse para salir de un problema.
    (Να χρησιμοποιείς κάτι για να βγεις από ένα πρόβλημα.)

  8. Αναφέρεται στην εύρεση ενός τρόπου ή μέσου για να ξεπεράσεις μια δυσκολία.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "valerse" προέρχεται από το λατινικό "valere", που σημαίνει "να έχεις δύναμη ή αξία".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Aprovecharse (να επωφελείσαι) - Usar (να χρησιμοποιείς)

Αντώνυμα:
- Desperdiciar (να σπαταλάς) - Ignorar (να αγνοείς)

Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση της λέξης "valerse".



23-07-2024