Η λέξη "valioso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "valioso" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: [baˈljoso].
Η λέξη "valioso" αναφέρεται κάτι που έχει μεγάλη αξία, είτε οικονομική είτε συναισθηματική. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες περιπτώσεις, όπως για αντικείμενα, ιδέες ή ανθρώπινες σχέσεις. Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Σε γενικές γραμμές, έχει καλή συχνότητα χρήσης.
"Este collar es muy valioso para mí."
Αυτή η αλυσίδα είναι πολύτιμη για μένα.
"Las habilidades de un buen abogado son valiosas en un juicio."
Οι ικανότητες ενός καλού δικηγόρου είναι πολύτιμες σε μια δίκη.
"La información valiosa puede marcar la diferencia en una investigación."
Η πολύτιμη πληροφορία μπορεί να κάνει τη διαφορά σε μια έρευνα.
Η λέξη "valioso" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.
"Un consejo valioso puede salvarte de muchos problemas."
Μια πολύτιμη συμβουλή μπορεί να σε σώσει από πολλά προβλήματα.
"El tiempo es un recurso valioso que no debemos desperdiciar."
Ο χρόνος είναι ένας πολύτιμος πόρος που δεν πρέπει να σπαταλάμε.
"Tener amigos valiosos es un tesoro en la vida."
Έχοντας πολύτιμους φίλους είναι ένας θησαυρός στη ζωή.
"Cada experiencia valiosa nos enseña algo nuevo."
Κάθε πολύτιμη εμπειρία μας διδάσκει κάτι νέο.
"Los recuerdos valiosos son los que guardamos en el corazón."
Οι πολύτιμες αναμνήσεις είναι αυτές που κρατάμε στην καρδιά.
Η λέξη "valioso" προέρχεται από τη λατινική λέξη "valiosus", που σημαίνει "αξίας" ή "πολύτιμος", και αυτή προκύπτει από τη ρίζα "valere" που σημαίνει "να έχεις αξία ή δύναμη".
Συνώνυμα: - precioso - significativo - fundamental
Αντώνυμα: - inútil - insignificante - barato
Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση της λέξης "valioso" στα Ισπανικά.