Το "variador" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "variador" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /baɾjaˈðoɾ/
Η λέξη "variador" αναφέρεται σε έναν μηχανισμό ή ένα ηλεκτρονικό στοιχείο που τροποποιεί ή απορρυθμίζει κάτι, όπως η ταχύτητα ή η ροή. Συνήθως χρησιμοποιείται σε μηχανές ή συστήματα που απαιτούν ρύθμιση για τη λειτουργία τους. Στη γλώσσα των τεχνικών και πολυτεχνικών τομέων, είναι συχνά επαναλαμβανόμενη και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο.
Ο μετατροπέας συχνότητας ελέγχει την ταχύτητα του κινητήρα.
Necesito un variador para ajustar el flujo de agua en el sistema.
Χρειάζομαι έναν ρυθμιστή για να προσαρμόσω τη ροή του νερού στο σύστημα.
El variador permite un funcionamiento más eficiente del equipo.
Η λέξη "variador" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε τεχνικά και μηχανικά συμφραζόμενα.
Ένας ρυθμιστής επιτυγχάνει την βελτιστοποίηση της απόδοσης του κινητήρα.
El uso de un variador en la industria ha aumentado en los últimos años.
Η λέξη "variador" προέρχεται από το ρήμα "variar" που σημαίνει "να μεταβάλλω" ή "να αλλάζω", με την προσθήκη της κατάληξης "-dor," η οποία υποδηλώνει το εργαλείο ή την συσκευή που εκτελεί την ενέργεια του ρήματος.
Συνώνυμα: - regulador (ρυθμιστής) - modulador (τροποποιητής)
Αντώνυμα: - fijo (σταθερός) - constante (σταθερός)