varicela - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

varicela (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

varicela: ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

IPA: /baɾiˈθela/ (στην ισπανική προφορά της Ισπανίας) ή /baɾiˈsela/ (στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη varicela αναφέρεται στη νόσο της ανεμοβλογιάς, η οποία προκαλείται από τον ιό varicella-zoster. Στη γλώσσα των Ισπανικά, χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της ιατρικής, όταν γίνεται αναφορά σε παιδικές ασθένειες ή εμβολιασμούς. Η χρήση της είναι πολύ συχνή, και εμφανίζεται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, κυρίως σε ιατρικά κείμενα και συζητήσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη varicela δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις συζητήσεων σχετικά με την υγεία των παιδιών ή τις εμβολιαστικές πρακτικές.

Παράδειγμα προτάσεων με σχετική χρήση σε ιατρικό πλαίσιο: - "El doctor recomienda que todos los niños reciban la vacuna contra la varicela antes de cumplir cinco años." - "Ο γιατρός συνιστά να εμβολιαστούν όλα τα παιδιά κατά της ανεμοβλογιάς πριν κλείσουν τα πέντε χρόνια."

Ετυμολογία

Η λέξη varicela προέρχεται από τη λατινική λέξη "variola", που σημαίνει "σπυρί" ή "πληγή", καθώς και "varius", που αναφέρεται σε διαφορετικές αποχρώσεις, κυρίως λόγω των χαρακτηριστικών εξανθημάτων που προκαλεί η ασθένεια.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: ανεμοβλογιά. Αντώνυμα: δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα για ιατρικούς όρους όπως η varicela, καθώς πρόκειται για μια συγκεκριμένη ασθένεια.



23-07-2024