Η λέξη "vas" είναι η δεύτερη πρόσωπο του ενικού αριθμού της επιτακτικής διάθεσης του ρήματος "ir", που σημαίνει "πηγαίνω".
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /βας/
Η λέξη "vas" χρησιμοποιείται για να δώσει διαταγή ή να προτείνει την κίνηση κάποιου προς έναν συγκεκριμένο προορισμό. Είναι συνηθισμένη στην ισπανική γλώσσα και εμφανίζεται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και σε γραπτά κείμενα.
Πηγαίνεις στον γιατρό αύριο.
Vas a estudiar para el examen.
Η λέξη "vas" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές φράσεις και εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Πηγαίνεις σαν βέλος. (Σημαίνει ότι κάποιος πηγαίνει πολύ γρήγορα.)
Si vas, yo voy.
Αν πας, θα πάω και εγώ. (Δείχνει τη συναίνεση ή τη συνεργασία.)
Vas por buen camino.
Πηγαίνεις στον σωστό δρόμο. (Σημαίνει ότι κάποιος προχωράει σωστά στη ζωή ή σε μία κατάσταση.)
Vas de mal en peor.
Η λέξη "vas" προέρχεται από τη λατινική λέξη "vadere", που σημαίνει "πηγαίνω" ή "προχωρώ".
Ve (πρόσφατη μορφή του ίδιου ρήματος στην προστακτική)
Αντώνυμα: