vedar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vedar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "vedar" έχει την έννοια του να δίνεις ή να παραχωρείς κάτι σε κάποιον άλλον. Χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο νομικών ή επίσημων συμφωνιών, αλλά και σε καθημερινές συνομιλίες. Η λέξη ενδέχεται να μην είναι πολύ κοινή στον προφορικό λόγο, καθώς συνήθως ακούγεται σε πιο επίσημα περιβάλλοντα, όπως η νομική γλώσσα ή τα γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Voy a vedar este terreno a la comunidad."
    "Θα παραχωρήσω αυτό το έδαφος στην κοινότητα."

  2. "El contrato va a vedar los derechos de autor."
    "Η σύμβαση θα παραχωρήσει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "vedar" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις σε σχέση με άλλες λέξεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάποιες επίσημες φράσεις.

  1. "Vedar a los herederos."
    "Να παραχωρήσω στους κληρονόμους."

  2. "El testamento debe vedar los bienes."
    "Η διαθήκη πρέπει να παραχωρήσει τα περιουσιακά στοιχεία."

  3. "Vedando derechos a terceros."
    "Παραχωρώντας δικαιώματα σε τρίτους."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "vedar" προέρχεται από το λατινικό "vadiare", που σημαίνει «να παραχωρήσω», «να δώσω» ή «να ορίσω» και έχει εξελιχθεί στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει πράξεις παραχώρησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024