vehemente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vehemente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο

Φωνητική μεταγραφή

/βε.ε.με.n.te/ ή /βε͜e̞ˈmente/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "vehemente" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι έντονο, παθιασμένο ή σφοδρό σε σχέση με συναισθήματα ή απόψεις. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των κοινωνικών ή πολιτικών συζητήσεων, εκφράσεις συναισθημάτων ή σε άρθρα που αναλύουν πάθος και σφοδρότητα. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Su discurso fue vehemente y convenció a todos.
    (Ο λόγος του ήταν έντονος και έπεισε όλους.)

  2. Ella defendió su opinión de manera vehemente.
    (Αυτή υπερασπίστηκε την άποψή της με πάθος.)

  3. La discusión se volvió vehemente y emocional.
    (Η συζήτηση έγινε έντονη και συναισθηματική.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "vehemente" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες υπογραμμίζουν την ένταση και το πάθος.

  1. Hablar de manera vehemente
  2. Μετάφραση: Να μιλάς με ένταση.
  3. Ejemplo: Él suele hablar de manera vehemente sobre los derechos humanos.
    (Συνήθως μιλά με ένταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα.)

  4. Sentir de forma vehemente

  5. Μετάφραση: Να νιώθεις με πάθος.
  6. Ejemplo: Ella siente de forma vehemente su amor por el arte.
    (Αυτή νιώθει με πάθος την αγάπη της για την τέχνη.)

  7. Defender vehementemente

  8. Μετάφραση: Να υπερασπίζεσαι έντονα.
  9. Ejemplo: Tienes que defender vehementemente tus ideas en la reunión.
    (Πρέπει να υπερασπιστείς έντονα τις ιδέες σου στη συνάντηση.)

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "vehementis", το οποίο σημαίνει "σφοδρός" ή "έντονος". Η ρίζα της περιλαμβάνει τη ρίζα "vehe" που σημαίνει "με δυναμισμό".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Intenso - Pasional - Fervoroso

Αντώνυμα: - Frío - Indiferente - Apático



23-07-2024