vencido - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vencido (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Η λέξη "vencido" είναι participio pasado (παρελθόν μετοχής) του ρήματος "vencer", που σημαίνει "να νικήσει".

ΦΩΝΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "vencido" είναι: [benˈsi.ðo].

ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

Η μετάφραση της λέξης "vencido" στα Ελληνικά είναι: - νικημένος - κατακτημένος

ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ

Η λέξη "vencido" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να δηλώσει κάτι ή κάποιον που έχει νικηθεί ή υποταχθεί. Συχνά χρησιμοποιείται σε νομικά ή αθλητικά συμφραζόμενα, υποδηλώνοντας φάσεις ή καταστάσεις που σχετίζονται με ήττα ή υποταγή. Η χρήση της είναι συχνή σε γραπτά κείμενα, αλλά και στον προφορικό λόγο σε καταστάσεις που περιγράφουν απώλειες ή ήττες.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

  1. El equipo estaba vencido después del último partido.
    (Η ομάδα ήταν νικημένη μετά τον τελευταίο αγώνα.)

  2. Se sintió vencido ante los problemas de la vida.
    (Ένιωσε νικημένος μπροστά στα προβλήματα της ζωής.)

  3. El enemigo fue vencido en la batalla decisiva.
    (Ο εχθρός νικήθηκε στη decisive μάχη.)

ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

Η λέξη "vencido" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Sentirse vencido.
    (Νιώθω νικημένος.)
  2. A veces, la vida puede ser tan dura que uno se siente vencido.
    (Mερικές φορές, η ζωή μπορεί να είναι τόσο σκληρή που κάποιος νιώθει νικημένος.)

  3. Estar vencido por la ansiedad.
    (Να είσαι νικημένος από το άγχος.)

  4. A veces me siento vencido por la ansiedad antes de un examen.
    (Πολλές φορές νιώθω νικημένος από το άγχος πριν από μια εξέταση.)

  5. No te sientas vencido.
    (Μη νιώθεις νικημένος.)

  6. Siempre hay una salida, no te sientas vencido.
    (Πάντα υπάρχει μια διέξοδος, μη νιώθεις νικημένος.)

  7. Vencido por el tiempo.
    (Νικημένος από το χρόνο.)

  8. Los recuerdos pueden ser vencidos por el tiempo, pero nunca se olvidan.
    (Οι αναμνήσεις μπορεί να νικηθούν από το χρόνο, αλλά ποτέ δεν ξεχνιούνται.)

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ

Η λέξη προέρχεται από το ρήμα "vencer," που σημαίνει "νικώ" και έχει καταγωγή από τη λατινική λέξη vincere.

ΣΥΝΩΝΥΜΑ ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΥΜΑ

Συνώνυμα: - derrotado (νικημένος) - superado (ξεπερασμένος)

Αντώνυμα: - vencedor (νικητής) - triunfante (θριαμβευτής)



22-07-2024