venta - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

venta (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Venta είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˈbenta/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη venta σημαίνει "πώληση" σε Ισπανικά. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία κατά την οποία ένα αγαθό ή μία υπηρεσία μεταβιβάζεται από έναν πωλητή σε έναν αγοραστή. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα του εμπορίου και της οικονομίας. Έχει σχετικά υψηλή συχνότητα χρήσης, κυρίως στον προφορικό λόγο, αν και εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. La venta de entradas para el concierto comienza mañana.
  2. Η πώληση των εισιτηρίων για τη συναυλία αρχίζει αύριο.

  3. La tienda realizó una venta especial por el aniversario.

  4. Το κατάστημα πραγματοποίησε μια ειδική πώληση για την επέτειό του.

  5. La venta de productos electrónicos ha aumentado este año.

  6. Η πώληση ηλεκτρονικών προϊόντων έχει αυξηθεί φέτος.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη venta μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Ισπανικά:

  1. Cerrarse una venta.
  2. Σημαίνει "να ολοκληρωθεί μια πώληση".
  3. El vendedor estaba emocionado porque logró cerrarse una venta importante.

    • Ο πωλητής ήταν ενθουσιασμένος γιατί κατάφερε να κλείσει μια σημαντική πώληση.
  4. Venta directa.

  5. Σημαίνει "άμεση πώληση".
  6. La venta directa es una buena opción para los emprendedores.

    • Η άμεση πώληση είναι μια καλή επιλογή για τους επιχειρηματίες.
  7. Venta al por mayor.

  8. Σημαίνει "χονδρική πώληση".
  9. La empresa se dedica a la venta al por mayor de productos agrícolas.
    • Η εταιρεία ασχολείται με τη χονδρική πώληση γεωργικών προϊόντων.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη venta προέρχεται από το ρήμα vender, που σημαίνει "να πουλήσει". Η ρίζα του vender προέρχεται από τη Λατινική λέξη vendere.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - comercialización - transacción - venta al público

Αντώνυμα: - compra (αγορά) - retención (κατακράτηση)

Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "venta" και της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά.



22-07-2024