Veranear είναι ρήμα.
/beɾaˈne.aɾ/
Το ρήμα veranear χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να περνάς το καλοκαίρι, συνήθως κάνοντας διακοπές ή αναψυχή. Είναι συχνά δεμένο με τον προγραμματισμό καλοκαιρινών διακοπών ή δραστηριοτήτων που σχετίζονται με το καλοκαίρι. Χρησιμοποιείται σε προφορικό και γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στο προφορικό, καθώς συχνά αναφέρεται σε διακοπές και προσωπικές εμπειρίες.
(Αυτό το καλοκαίρι σκοπεύω να παραθερίσω στη παραλία.)
Mis amigos siempre veranean en el mismo lugar.
Η λέξη veranear χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις και εκφράσεις που σχετίζονται με τις καλοκαιρινές δραστηριότητες:
(Να παραθερίζεις με δροσιά.)
Veranear como un rey.
(Να περνάς το καλοκαίρι σαν βασιλιάς.)
Veranear en familia.
(Να παραθερίζεις με την οικογένεια.)
Veranear en la montaña.
(Να παραθερίζεις στο βουνό.)
Veranear de escapada.
Η λέξη veranear προέρχεται από το ουσιαστικό verano, που σημαίνει "καλοκαίρι" στα Ισπανικά. Η ρίζα της λέξης σχετίζεται με τη δραστηριότητα που εκτελείται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Συνώνυμα: - Vacacionar (να κάνει διακοπές) - Descansar (να ξεκουραστεί)
Αντώνυμα: - Trabajar (να εργάζεται) - Estudiar (να μελετά)