Η λέξη "vias" είναι πληθυντικός του ουσιαστικού "vía", το οποίο σημαίνει "οδός" ή "διαδρομή".
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "vias" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /ˈbjas/
Η λέξη "vias" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφερθεί σε διάφορους τύπους δρόμων ή διαδρομών. Χρησιμοποιείται συχνά σε διαφορετικά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων και των γεωγραφικών ή μεταφορικών αναφορών. Η συχνότητα χρήσης είναι πιο έντονη στον προφορικό λόγο αλλά εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα.
Οι σιδηροδρομικές οδοί είναι κλειστές λόγω συντήρησης.
Debemos encontrar nuevas vías de transporte para la ciudad.
Η λέξη "vias" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες συχνά αναφέρονται σε επιλογές ή τρόπους για να επιτευχθεί κάτι.
Να ανοίξουμε αποτελεσματικές οδούς επικοινωνίας.
Tener diversas vías para resolver un problema.
Να έχουμε διάφορες οδούς για να λύσουμε ένα πρόβλημα.
Explorar nuevas vías de desarrollo.
Να εξερευνήσουμε νέες οδούς ανάπτυξης.
Buscar vías alternativas.
Η λέξη "vía" προέρχεται από το λατινικό "via", που σημαίνει "δρόμος" ή "διαδρομή". Η ρίζα σχετίζεται με την έννοια της κίνησης και της κατεύθυνσης.
Συνώνυμα: - Ruta (διαδρομή) - Camino (μονοπάτι) - Sendero (διαδρομή)
Αντώνυμα: - Obstrucción (εμπόδιο) - Barrera (φράγμα) - Estancamiento (στάσιμη κατάσταση)
Η λέξη "vias" έχει σημαντική πολυδιάστατη χρήση στην ισπανική γλώσσα, αναφερόμενη τόσο σε φυσικές διαδρομές όσο και σε μεταφορικές έννοιες που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων και τις καινοτομίες.