vigilar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vigilar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "vigilar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "vigilar" είναι [bi.χi.ˈlaɾ].

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "vigilar" σημαίνει να παρακολουθείς ή να επιτηρείς κάτι, συνήθως με σκοπό να διασφαλίσεις την ασφάλεια ή να ελέγξεις την κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς όπως ο στρατός, το δίκαιο και η γενική ασφάλεια. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται σε κάτι τόσο απλό όσο η παρακολούθηση ενός παιδιού ή ενός κατοικίδιου ζώου.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης "vigilar" είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αν και έχει ευρεία χρήση και στο γραπτό περιβάλλον.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El guardia debe vigilar la entrada.
    (Ο φρουρός πρέπει να παρακολουθεί την είσοδο.)

  2. Es importante vigilar a los niños cuando juegan.
    (Είναι σημαντικό να επιτηρούμε τα παιδιά όταν παίζουν.)

  3. La policía vigila la zona por razones de seguridad.
    (Η αστυνομία επιτηρεί την περιοχή για λόγους ασφαλείας.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "vigilar" χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Vigilar de cerca
    (να παρακολουθείς από κοντά)
    Es necesario vigilar de cerca los resultados de la investigación.
    (Είναι απαραίτητο να παρακολουθείς από κοντά τα αποτελέσματα της έρευνας.)

  2. Vigilar con lupa
    (να παρακολουθείς με μεγέθυνση)
    El analista vigila con lupa cada detalle del informe.
    (Ο αναλυτής παρακολουθεί με μεγέθυνση κάθε λεπτομέρεια της αναφοράς.)

  3. Vigilar como un halcón
    (να παρακολουθείς σαν γεράκι)
    Ella vigila como un halcón a sus empleados.
    (Εκείνη παρακολουθεί σαν γεράκι τους υπαλλήλους της.)

  4. Vigilar el desempeño
    (να παρακολουθείς την απόδοση)
    Es importante vigilar el desempeño de los estudiantes.
    (Είναι σημαντικό να παρακολουθείς την απόδοση των μαθητών.)

Ετυμολογία

Η λέξη "vigilar" προέρχεται από το λατινικό "vigilare", που σημαίνει "είμαι ξύπνιος" ή "είμαι σε εγρήγορση". Το "vigilare" προκύπτει από τη λέξη "vigilans" (ο ξύπνιος).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - observar (παρατηρώ) - supervisar (εποπτεύω) - controlar (ελέγχω)

Αντώνυμα: - descuidar (αμελώ) - ignorar (αγνοώ) - desatender (παραμελώ)



22-07-2024