Η λέξη "vinagrera" είναι ένα ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "vinagrera" είναι [binaˈɣɾeɾa].
Η λέξη "vinagrera" αναφέρεται σε ένα δοχείο ή σκεύος που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση και σερβίρισμα ξυδιού. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά σε περιβάλλοντα όπου η μαγειρική και η γαστρονομία είναι παρούσες. Είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται σε γραπτά κείμενα σχετικά με την κουζίνα.
Η κρασοξυδιέρα είναι στο τραπέζι.
No olvides llenar la vinagrera antes de la cena.
Μην ξεχάσεις να γεμίσεις την κρασοξυδιέρα πριν από το δείπνο.
La vinagrera de cerámica es muy bonita.
Η λέξη "vinagrera" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να αναφέρεται σε κάποιες πιο συγκεκριμένες περιπτώσεις σχετικά με το φαγητό και την κουζίνα.
Αυτή η κρασοξυδιέρα είναι για το ντρέσινγκ της σαλάτας.
En la vinagrera siempre hay una mezcla de vinagre y aceite.
Στην κρασοξυδιέρα πάντα υπάρχει ένα μίγμα ξυδιού και ελαιολάδου.
Si no tienes vinagrera, puedes usar un frasco.
Η λέξη "vinagrera" προέρχεται από το λατινικό "vināgĕra", το οποίο συνδέεται με τη λέξη "vinum" (κρασί) και τη ρίζα "-grera" που υποδηλώνει χώρο ή σκεύος για αποθήκευση.
Συνώνυμα: - Agraceitera (δεξαμενή γεμιστήρικα) - Botellita de vinagre (μικρό μπουκάλι ξυδιού)
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν σαφή αντώνυμα για τη "vinagrera", καθώς η έννοια της είναι αρκετά ειδική. Ωστόσο, σε ένα ευρύτερο συμφραζόμενο θα μπορούσε να θεωρηθεί κάποια άλλη δεξαμενή ή σκεύος για άλλα υγρά (π.χ. ελαιόλαδο) ως αντώνυμο.