Vino είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈbino/
Vino αναφέρεται σε αλκοολούχο ποτό που παράγεται από ζυμωμένα σταφύλια. Στα ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως σε κοινωνικές εκδηλώσεις, γεύματα και γιορτές.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης στον προφορικό λόγο είναι αρκετά υψηλή, δεδομένου ότι το κρασί είναι δημοφιλές στην ισπανική κουλτούρα, αλλά χρησιμοποιείται επίσης και σε γραπτό λόγο, όπως σε βιβλία σχετικά με τη γαστρονομία.
Me gusta disfrutar de un buen vino en la cena.
(Μου αρέσει να απολαμβάνω ένα καλό κρασί στο δείπνο.)
El vino tinto es ideal para acompañar carnes.
(Το κόκκινο κρασί είναι ιδανικό για συνοδεία κρεάτων.)
Cada año, se celebra una feria del vino en nuestra ciudad.
(Κάθε χρόνο, διοργανώνεται μια γιορτή κρασιού στην πόλη μας.)
Στο ισπανικό λεξιλόγιο, το vino χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένες από αυτές:
"El vino trae la verdad."
(Το κρασί φέρνει την αλήθεια.) - Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι οι άνθρωποι λένε περισσότερες αλήθειες υπό την επήρεια του κρασιού.
"A vino nuevo, sacas viejo."
(Σε νέο κρασί, βγάζεις παλιό.) - Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι οι αλλαγές μπορεί να φέρουν παλιές συνήθειες ή θέματα στο προσκήνιο.
"El vino es poesía embotellada."
(Το κρασί είναι ποίηση συσκευασμένη σε μπουκάλι.) - Χρησιμοποιείται για να υποδεικνύει την τέχνη και την αίσθηση που μπορεί να προσφέρει ένα καλό κρασί.
Η λέξη vino προέρχεται από τη λατινική λέξη vinum, που επίσης σημαίνει "κρασί". Η χρήση της λέξης έχει παραμείνει πολύ σταθερή μέσα στους αιώνες στην ρωμανική γλώσσα, και συναντάται σε πολλές άλλες γλώσσες επίσης.
beber (αν και είναι ρήμα, σχετίζεται με την κατανάλωση κρασιού)
Αντώνυμα: