viraje - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

viraje (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "viraje" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /biˈɾaxe/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μια στροφή ή αλλαγή κατεύθυνσης, τόσο κυριολεκτικά (όπως σε οδήγηση ή πορεία) όσο και μεταφορικά (όπως σε αλλαγή ιδεών ή πολιτικoύς δρόμους). Η χρήση της λέξης είναι αρκετά συχνή, τόσο προφορικά όσο και γραπτά, αν και μπορεί να προτιμάται περισσότερο σε γραπτά κείμενα που αναφέρονται σε επιστημονικές ή πολιτικές αναλύσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El coche realizó un viraje brusco para evitar el accidente.
  2. Το αυτοκίνητο έκανε μια απότομη στροφή για να αποφύγει το ατύχημα.

  3. La reunión tuvo un viraje inesperado cuando se planteó el nuevo proyecto.

  4. Η συνάντηση είχε μια απροσδόκητη στροφή όταν παρουσιάστηκε το νέο έργο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "viraje" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, για να εκφράσει αλλαγές ή στροφές σε καταστάσεις ή σχέδια.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Un viraje de 180 grados en su actitud fue sorprendente.
  2. Μια στροφή 180 μοιρών στη στάση του ήταν απροσδόκητη.

  3. La política del gobierno ha dado un viraje radical en los últimos meses.

  4. Η πολιτική της κυβέρνησης έχει κάνει μια ριζική στροφή τους τελευταίους μήνες.

  5. Este estudio representa un viraje importante en la comprensión del fenómeno.

  6. Αυτή η μελέτη αντιπροσωπεύει μια σημαντική στροφή στην κατανόηση του φαινομένου.

  7. El viraje en su carrera profesional le permitió alcanzar nuevos horizontes.

  8. Η στροφή στην επαγγελματική του καριέρα του επέτρεψε να φτάσει σε νέους ορίζοντες.

Ετυμολογία

Η λέξη "viraje" προέρχεται από το ρήμα "virar", που σημαίνει "να στρέφω" ή "να γυρνώ". Το ρήμα προέρχεται από το λατινικό "virare".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - giro (στροφή) - cambio (αλλαγή)

Αντώνυμα: - estabilidad (σταθερότητα) - inmovilidad (ακινησία)



23-07-2024