viril - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

viril (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μετα transcription

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "viril" χρησιμοποιείται για να περιγράψει χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τον άντρα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανδρική δύναμη και χαρακτηριστικά. Μπορεί να αναφέρεται σε φυσικά ή ψυχολογικά χαρακτηριστικά που θεωρούνται ανδρικά. Χρησιμοποιείται συχνά και σε ιατρικό πλαίσιο για να αναφερθεί σε ανδρικά χαρακτηριστικά ή υγεία.

Συχνότητα χρήσης: Αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, η συχνότητά του είναι υψηλότερη σε γραπτές αναφορές, όπως άρθρα και ιατρικές περιγραφές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "El hombre tenía una actitud muy viril."
  2. "Ο άντρας είχε μια πολύ ανδρική στάση."

  3. "La música viril resonó en toda la sala."

  4. "Η ανδρική μουσική αντήχησε σε όλη την αίθουσα."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "viril" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές φράσεις και εκφράσεις, που συνήθως μεταφέρουν την έννοια της αρρενωπότητας ή της ανδρικής ταυτότητας.

  1. "Actuar de manera viril es esencial en esta cultura."
  2. "Το να συμπεριφέρεσαι με ανδρικό τρόπο είναι ουσιαστικό σε αυτήν την κουλτούρα."

  3. "La virilidad no solo se mide por la fuerza física."

  4. "Η ανδρικότητα δεν μετριέται μόνο από τη σωματική δύναμη."

  5. "Se considera viril cuidar de la familia."

  6. "Θεωρείται ανδρικό να φροντίζεις την οικογένεια."

  7. "Su mirada viril intimidaba a los demás."

  8. "Το ανδρικό βλέμμα του εκφόβιζε τους άλλους."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "viril" προέρχεται από το λατινικό "virilis," το οποίο σημαίνει "ανδρικός" και σχετίζεται με τη λέξη "vir," που σημαίνει "άνδρας."

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024