Η λέξη "viscosa" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "viscosa" στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο είναι: /bisˈko.sa/
Η λέξη "viscosa" αναφέρεται σε ουσίες που έχουν ιξώδη ή κολλώδη υφή. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά συμφραζόμενα, όπως η χημεία και η βιολογία, για να περιγράψει διαφορετικούς τύπους υγρών ή υλικών. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, ιδίως στο γραπτό πλαίσιο, ενώ εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο.
Η λύση είναι κολλώδης και δύσκολη στην ανάμιξη.
El gel tiene una consistencia viscosa.
Η λέξη "viscosa" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις για να περιγράψει καταστάσεις που είναι περίπλοκες ή κολλώδεις.
Η κατάσταση είναι όπως ένα κολλώδες υγρό.
Sus palabras dejaron una sensación viscosa en el ambiente.
Τα λόγια του άφησαν μια κολλώδη αίσθηση στον αέρα.
Trabajar con esos datos es como nadar en un mar viscosa.
Η εργασία με αυτά τα δεδομένα είναι σαν να κολυμπάς σε μια θάλασσα ιξώδους.
A veces, los problemas se vuelven viscosos y difíciles de resolver.
Η λέξη "viscosa" προέρχεται από το λατινικό "viscosus", που σημαίνει "κολλώδης" ή "ιξώδης".