Η λέξη "viveza" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
[βιˈβεθα]
Η λέξη "viveza" στα Ισπανικά αναφέρεται σε μια κατάσταση εγρήγορσης, ζωντάνιας ή επινοητικότητας. Είναι συνήθως συνδεδεμένη με την ικανότητα κάποιου να αντιδρά γρήγορα και έξυπνα σε καταστάσεις ή με την ικανότητα να ξεγελούν άλλους με πονηριά. Χρησιμοποιείται συχνά στον καθημερινό προφορικό λόγο με μια ελαφρώς αρνητική χροιά, όταν αναφέρεται σε κάποιον που χρησιμοποιεί την εξυπνάδα του με τρόπο που είναι πιο πονηρός παρά ηθικός.
Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, ειδικά σε κοινωνικές ή καθημερινές περιστάσεις.
Su viveza lo ayudó a salir de la situación complicada.
(Η ζωντάνια του τον βοήθησε να βγει από την περίπλοκη κατάσταση.)
A veces, la viveza se confunde con la deshonestidad.
(Μερικές φορές, η εξυπνάδα συγχέεται με την ανεντιμότητα.)
Η λέξη "viveza" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
"Viveza criolla": Αναφέρεται στην επινοητικότητα και την ικανότητα των ανθρώπων στις χώρες της Λατινικής Αμερικής να βρίσκουν λύσεις σε δύσκολες καταστάσεις με έξυπνους αλλά και αμφιλεγόμενους τρόπους.
La viveza criolla es muy valorada en la cultura argentina.
(Η ζωντάνια των Κρεολών εκτιμάται πολύ στην αργεντίνικη κουλτούρα.)
"Jugar con viveza": Το να παίζεις πονηρά ή με σκοπό να εκμεταλλευτείς κάποια κατάσταση προς όφελός σου.
Él siempre juega con viveza para salir ganando.
(Αυτός πάντα παίζει πονηρά για να βγει κερδισμένος.)
"Con viveza y sin vergüenza": Μια φράση που περιγράφει κάποιον που ενεργεί χωρίς αιδώ ή ντροπή.
Actuó con viveza y sin vergüenza en la reunión.
(Ενήργησε πονηρά και χωρίς αιδώ στη σύσκεψη.)
Η λέξη "viveza" προέρχεται από το ρήμα "vivir" (να ζεις) και επισημαίνει την κατάσταση ή την ικανότητα του να είναι κανείς ζωντανός ή δραστηριός.
Συνώνυμα: - Picardía - Astucia - Ingenio
Αντώνυμα: - Sinceridad - Torpeza