vocal - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vocal (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Vocal είναι ενός τύπου επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης «vocal» σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈbokal/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη vocal αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με τη φωνή ή την ομιλία. Χρησιμοποιείται συχνά στο πεδίο της γλωσσολογίας, της ιατρικής (όπως στην ανατομία των φωνητικών χορδών) και της μουσικής (σε σχέση με τα φωνητικά μέρη). Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις: - "El cantante tiene una técnica vocal impresionante." - "Ο τραγουδιστής έχει μια εντυπωσιακή φωνητική τεχνική."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη vocal χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

Ετυμολογία

Η λέξη vocal προέρχεται από το λατινικό "vocalis", το οποίο σημαίνει "φωνητικός", πηγαίνοντας στον λατινικό όρο "vox", που σημαίνει "φωνή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - fónico - sonoro

Αντώνυμα: - mudo (σιωπηλός) - callado (ήσυχος)

Αυτή η ανάλυση της λέξης "vocal" καλύπτει τους κρίσιμους τομείς της σημασίας, της χρήσης και των σχετικών εκφράσεων.



22-07-2024