volarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

volarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Verbo (ρήμα).

Φωνητική μεταγραφή

/boˈlɑɾ.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "volarse" είναι ένα αόριστο ρήμα στα Ισπανικά που προέρχεται από το ρήμα "volver" (γυρίζω, επιστρέφω) και εντάσσεται στην κατηγορία των ανακλαστικών ρημάτων. Συνήθως σημαίνει "να πετάξω", αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα για να δηλώσει την έννοια του να "φεύγω γρήγορα" ή "να διαφεύγω".

Η χρήση της λέξης στα Ισπανικά είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Στον προφορικό μπορεί να χρησιμοποιείται πιο άμεσα και ανεπίσημα, ενώ στον γραπτό λόγο συχνά παρατηρείται σε λογοτεχνικά ή ποιητικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. ¡El pájaro se voló antes de que pudiera atraparlo!
  2. Η πουλί φεύγει πριν προλάβω να το πιάσω!

  3. Cuando terminó la reunión, todos se volaron rápidamente.

  4. Όταν τελείωσε η συνάντηση, όλοι έφυγαν γρήγορα.

  5. De tanto estrés, sentí que se me volaba la cabeza.

  6. Από τόσο άγχος, ένιωσα ότι μου φεύγει το μυαλό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "volarse" εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.

  1. Volarse la tapa de los sesos
  2. Εννοεί να "χάνει κανείς την ψυχραιμία του" ή να "χάνει τον έλεγχο".
  3. A veces, él se vuela la tapa de los sesos cuando algo no sale bien.
  4. Κάποιες φορές, αυτός χάνει τον έλεγχο όταν κάτι δεν πάει καλά.

  5. Volarse en un suspiro

  6. Σημαίνει ότι κάτι συμβαίνει πολύ γρήγορα ή αναπάντεχα.
  7. La oportunidad se voló en un suspiro y no pudimos tomarla.
  8. Η ευκαιρία φεύγει σε μία ανάσα και δεν μπορέσαμε να την πιάσουμε.

  9. Volarse la cabeza

  10. Αναφέρεται σε κάποιον που σκέφτεται υπερβολικά ή είναι σε κατάσταση παραφροσύνης.
  11. Necesitas relajarte porque te estás volando la cabeza por tonterías.
  12. Πρέπει να χαλαρώσεις γιατί σκέφτεσαι υπερβολικά για ανοησίες.

Ετυμολογία

Η λέξη "volarse" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "volare", που σημαίνει "να πετάω". Έχει εξελιχθεί στη διάρκεια του χρόνου να αποκτήσει και επιπλέον νοήματα που σχετίζονται με την φυγή ή την απομάκρυνση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - escaparse (να διαφύγω) - huir (να φύγω)

Αντώνυμα: - quedarse (να μείνω) - permanecer (να παραμείνω)



23-07-2024