Η λέξη "voltereta" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "voltereta" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: [bol.teˈɾe.ta].
Η λέξη "voltereta" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "τούμπα" ή "κυλιέμαι".
Η "voltereta" αναφέρεται σε μια σωματική κίνηση όπου το σώμα κυλά γύρω από έναν άξονα, συνήθως είτε προς τα εμπρός είτε προς τα πίσω. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο αθλητικών δραστηριοτήτων, ακροβατικών, ή παιχνιδιών καθώς και για περιγραφή κινήσεων γενικότερα.
Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, ειδικά σε αθλητικές ή ανεπίσημες συζητήσεις.
Los niños hicieron una voltereta en el parque.
(Τα παιδιά έκαναν μια τούμπα στο πάρκο.)
Aprendí a dar volteretas cuando era pequeño.
(Έμαθα να κάνω τούμπες όταν ήμουν μικρός.)
La voltereta fue impresionante durante la actuación.
(Η τούμπα ήταν εντυπωσιακή κατά την παράσταση.)
Η λέξη "voltereta" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
Cuando la vida te da sorpresas, a veces es bueno dar una voltereta.
(Όταν η ζωή σου δίνει εκπλήξεις, μερικές φορές είναι καλό να κάνεις μια τούμπα.)
Hacer volteretas emocionales
(Κάνω συναισθηματικές τούμπες)
En la montaña rusa de la vida, a veces hago volteretas emocionales.
(Στη τρενάκι του θανάτου της ζωής, κάποιες φορές κάνω συναισθηματικές τούμπες.)
Estar de voltereta
(Είμαι σε αναστάτωση)
Η λέξη "voltereta" προέρχεται από το ρήμα "voltear", που σημαίνει "να γυρίσω" ή "να κλείσω". Η κατάληξη "-eta" προσθέτει την έννοια της μικρής ή ελαφριάς εκδοχής της κίνησης.
Συνώνυμα: - Tumbado (γυρισμένο) - Salto (άλμα)
Αντώνυμα: - Quedarse quieto (να μείνεις ακίνητος) - Estar de pie (να είσαι όρθιος)