vuelillo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

vuelillo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Vuelillo είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/vweˈliʎo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη vuelillo μπορεί να αναφέρεται σε μια ελαφριά ή σύντομη πτήση, συνήθως χρησιμοποιούμενη για να περιγράψει κινήσεις που περιλαμβάνουν κάποια μορφή κίνησης ή στροφής, αλλά με μια αίσθηση ελαφρότητας ή αβίαστου. Χρησιμοποιείται συνήθως σε γραπτός και προφορικός λόγος, αν και μπορεί να είναι λιγότερο συχνή σε επίσημα κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El pájaro hizo un vuelillo y se posó en la rama.
  2. Το πουλί έκανε μια μικρή πτήση και κάθισε στο κλαδί.

  3. Durante el baile, ella dio un vuelillo que dejó a todos asombrados.

  4. Κατά τη διάρκεια του χορού, αυτή έκανε μια ελαφριά στροφή που άφησε όλους έκπληκτους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη vuelillo μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και δεν είναι πανταχού παρούσα στην καθημερινή γλώσσα. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:

  1. Hizo un vuelillo inesperado en la conversación.
  2. Έκανε μια απροσδόκητη στροφή στη συζήτηση.

  3. A veces la vida te da un vuelillo que no esperabas.

  4. Μερικές φορές η ζωή σου δίνει μια στροφή που δεν περίμενες.

  5. En la trama del cuento, hay un vuelillo que cambia todo.

  6. Στην πλοκή του παραμυθιού, υπάρχει μια στροφή που αλλάζει τα πάντα.

Ετυμολογία

Η λέξη vuelillo προέρχεται από το ρήμα volar που σημαίνει "να πετάω", με το προσδιοριστικό "illo", που προσδίδει μια αίσθηση μικρότητας ή ελαφρότητας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα - Vuelo (πτήση) - Giro (στροφή)

Αντώνυμα - Caída (πτώση) - Quietud (ησυχία)

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη vuelillo στην ισπανική γλώσσα.



23-07-2024