Η λέξη "vulva" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/ˈbul.βa/
Η "vulva" αναφέρεται στο εξωτερικό αναπαραγωγικό όργανο των γυναικών, που περιλαμβάνει τα χείλη του αιδοίου, την κλειτορίδα και άλλες δομές. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά ή γυναικολογικά συμφραζόμενα για να περιγράψει τη δομή και τη λειτουργία του γυναικείου σώματος. Η συχνότητά της είναι αρκετά υψηλή σε ιατρικά κείμενα και σχετικές συζητήσεις, ενώ χρησιμοποιείται λιγότερο στην καθημερινή ομιλία.
Η βόλβα είναι ένα σημαντικό μέρος του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος.
Es esencial cuidar la salud de la vulva para prevenir infecciones.
Είναι απαραίτητο να φροντίζουμε την υγεία της βόλβας για να προλαμβάνουμε λοιμώξεις.
Durante el examen ginecológico, el médico revisa la vulva y otras áreas.
Η λέξη "vulva" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε συζητήσεις που σχετίζονται με την υγεία, την αναπαραγωγή ή τη σεξουαλικότητα. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες σχετικές παραστάσεις:
Η υγεία της βόλβας είναι θεμελιώδης για την σεξουαλική ευημερία της γυναίκας.
Comprender la anatomía de la vulva ayuda a desmitificar el cuerpo femenino.
Η κατανόηση της ανατομίας της βόλβας βοηθά στην απομυθοποίηση του γυναικείου σώματος.
La vulva debe ser respetada y cuidada durante la intimidad.
Η λέξη "vulva" προέρχεται από τη λατινική λέξη "vulva" που σημαίνει "ιμάντας" ή "κάλυμμα" και σχετίζεται με την έννοια κάλυψης ή περιβάλλουσας.
Συνώνυμα: - Genital externo (εξωτερικό γενετικό όργανο)
Αντώνυμα: - Pene (πέος)
Αυτή η παρουσίαση παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "vulva" όπως χρησιμοποιείται στην ιατρική και γυναικολογική ορολογία.