yacer - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

yacer (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/jaseɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "yacer" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα κυρίως για να αναφερθεί στην κατάσταση ύπνου ή ξεκούρασης, αλλά επίσης σημαίνει να βρίσκεται θαμμένος, σε αυτή την περίπτωση κυριολεκτικά και μεταφορικά. Συχνά χρησιμοποιείται σε γραπτά κείμενα όπως ποιήματα, λογοτεχνία και θρησκευτικές ή φιλοσοφικές αναλύσεις, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Los héroes yacen en el cementerio.
    (Οι ήρωες κοιμούνται στο νεκροταφείο.)

  2. Ella yace en la cama, disfrutando del descanso.
    (Αυτή ξαπλώνει στο κρεβάτι, απολαμβάνοντας την ξεκούραση.)

  3. Los secretos del pasado yacen olvidados.
    (Τα μυστικά του παρελθόντος είναι θαμμένα και ξεχασμένα.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "yacer" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:

  1. Yacer en el olvido.
    (Να είναι θαμμένος στη λήθη.)
  2. Los libros que no se leen yacen en el olvido.
    (Τα βιβλία που δεν διαβάζονται είναι θαμμένα στη λήθη.)

  3. Yacer en paz.
    (Να αναπαύεται σε ησυχία.)

  4. Después de tantos años, por fin puede yacer en paz.
    (Μετά από τόσα χρόνια, επιτέλους μπορεί να αναπαύεται σε ησυχία.)

  5. Los conflictos yacen bajo la superficie.
    (Οι συγκρούσεις είναι θαμμένες κάτω από την επιφάνεια.)

  6. Siempre hay problemas que yacen bajo la superficie de una relación.
    (Πάντα υπάρχουν προβλήματα που είναι θαμμένα κάτω από την επιφάνεια μιας σχέσης.)

  7. Yacer en la memoria colectiva.
    (Να είναι θαμμένος στη συλλογική μνήμη.)

  8. Las tradiciones culturales yacen en la memoria colectiva de un pueblo.
    (Οι πολιτιστικές παραδόσεις είναι θαμμένες στη συλλογική μνήμη ενός λαού.)

Ετυμολογία

Η προέλευση της λέξης "yacer" προέρχεται από το λατινικό "iacere", το οποίο σημαίνει "να πέφτω" ή "να ξαπλώνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - descansar (να ξεκουράζεται) - reposar (να ξαπλώνει)

Αντώνυμα: - levantarse (να σηκώνεται) - activarse (να ενεργοποιείται)



22-07-2024