zarandear - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

zarandear (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

zarandear: Ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /θaɾanˈðeaɾ/ (Castilian Spanish) ή /zarandeˈar/ (Latin American Spanish).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη zarandear σημαίνει την κίνηση ενός αντικειμένου κατά τρόπο που να το ταρακουνάς ή να το κουνάς έντονα, συνήθως με σκοπό να το αναταράξεις ή να απομακρύνεις κάτι από αυτό. Σε γενικές γραμμές, χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο παρά στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El viento comenzó a zarandear las ramas de los árboles.
  2. (Ο άνεμος άρχισε να ταρακουνάει τα κλαδιά των δέντρων.)

  3. Tuve que zarandear la alfombra para quitar el polvo.

  4. (Έπρεπε να ταρακουνήσω το χαλί για να βγάλω τη σκόνη.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη zarandear μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν την ένταση ή την επιτακτικότητα μιας κατάστασης. εδώ είναι μερικές ενδεικτικές φράσεις:

  1. Zarandeando las ideas, encontramos la solución.
  2. (Ταρακουνώντας τις ιδέες, βρήκαμε τη λύση.)

  3. A veces es necesario zarandear a las personas para que se den cuenta de la realidad.

  4. (Κάποιες φορές είναι αναγκαίο να ταρακουνούμε τους ανθρώπους για να συνειδητοποιήσουν την πραγματικότητα.)

  5. No hay que zarandear tanto los problemas, a veces hay que dejar que se resuelvan solos.

  6. (Δεν χρειάζεται να ταρακουνάμε τόσο τα προβλήματα, μερικές φορές πρέπει να τα αφήσουμε να λυθούν μόνα τους.)

  7. Zarandeó sus miedos y logró enfrentarse a la situación.

  8. (Ταρακούνησε τους φόβους του και κατάφερε να αντιμετωπίσει την κατάσταση.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη zarandear προέρχεται από την ισπανική διάλεκτο και η ρίζα της μπορεί να έχει σχέσεις με το επιθήμα “-ear” που χρησιμοποιείται για να δηλώσει δράση ή καλή πρακτική σχετική με το ρήμα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Agitar (να κουνήσει) - Movilizar (να κινητοποιήσει)

Αντώνυμα: - Estabilizar (να σταθεροποιήσει) - Calmar (να ηρεμήσει)



23-07-2024