Επίθετο
/θarˈpaðo/
Η λέξη "zarpado" στο ισπανικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι πολύ ακραίο ή υπερβολικό, συνήθως με θετική ή ενθουσιώδη έννοια. Μπορεί να αναφέρεται σε καταστάσεις, συναισθήματα ή συμπεριφορές που είναι εκτός του συνηθισμένου ή πολύ έντονες.
Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, ιδίως σε καθημερινές ομιλίες μεταξύ νέων ή σε ανεπίσημα περιβάλλοντα, και σπάνια σε πιο επίσημα γραπτά κείμενα.
"La fiesta estuvo zarpada, todos la pasamos genial."
(Η γιορτή ήταν υπέροχη, όλοι περάσαμε καταπληκτικά.)
"Ese partido fue zarpado, nunca vi algo igual."
(Αυτή η αναμέτρηση ήταν ακραία, δεν είδα ποτέ κάτι παρόμοιο.)
"El show de anoche fue zarpado, me dejó sin palabras."
(Η παράσταση χθες το βράδυ ήταν εκπληκτική, με άφησε χωρίς λόγια.)
Η λέξη "zarpado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις.
"Estás zarpado con ese estilo."
(Είσαι εκτός ορίων με αυτό το στυλ.)
"Lo que dijiste fue zarpado."
(Αυτό που είπες ήταν πολύ ακραίο.)
"Esa película es zarpada, tienes que verla."
(Αυτή η ταινία είναι εξαιρετική, πρέπει να τη δεις.)
"El regalo que me diste fue zarpado."
(Το δώρο που μου έδωσες ήταν υπέροχο.)
Η προέλευση της λέξης "zarpado" προέρχεται από το περίοδο που χρησιμοποιούνταν στην αργκό ή σε καθημερινές ομιλίες στην Αργεντινή, πιθανώς συνδεδεμένη με τη λέξη "zarpar" που σημαίνει να αποπλεύσει ή να ξεκινήσει μια νέα περιπέτεια, οπότε η χρήση της μπορεί να παραπέμπει στη δαπάνη ή το εκτόπισμα που έχει ένα αντικείμενο ή το συναίσθημα.
Συνώνυμα: - Exaggerado (υπερβολικός) - Extremo (ακραίος) - Fabuloso (φανταστικός)
Αντώνυμα: - Moderado (μετριοπαθής) - Normal (κανονικός) - Común (συνηθισμένος)