Επίρρημα
/ɐ'sĩ/
Η λέξη "assim" είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στην πορτογαλική γλώσσα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται για να δείξει τον τρόπο με τον οποίο κάτι συμβαίνει ή γίνεται, για να εκφράσει σύμφωνη γνώμη ή για να επιβεβαιώσει κάτι. Συνήθως χρησιμοποιείται στην αρχή προτάσεων.
Η λέξη "assim" συχνά συναντάται σε ιδιωματικές εκφράσεις στα πορτογαλικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Eu gosto de música, assim como meu irmão. (Μου αρέσει η μουσική, όπως και στον αδελφό μου.)
Assim assim: Έτσι κι έτσι, μέτρια
Como estás? - Assim assim. (Τι κάνεις; - Έτσι κι έτσι.)
Assim que: Μόλις
Assim que eu terminar de trabalhar, vou para casa. (Μόλις τελειώσω τη δουλειά μου, θα πάω σπίτι.)
Assim seja: Έτσι να γίνει
Espero que tudo corra bem. Assim seja! (Ελπίζω όλα να πάνε καλά. Έτσι να είναι!)
Assim dizendo: Λέγοντας έτσι
Η λέξη "assim" προέρχεται από το λατινικό "sic", το οποίο σημαίνει "έτσι".
Συνώνυμα: Έτσι, έτσι κι έτσι, σαν έτσι, έτσι ώστε
Αντώνυμα: Διαφορετικά, αλλιώς, τελικά