Ουσιαστικό
/bajʃu/
Το "baixo" χρησιμοποιείται συχνά στην πορτογαλική γλώσσα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται είτε για να περιγράψει ύψος ή τιμή, είτε ως μέρος ιδιωματισμών και φράσεων.
Δεν είναι ρήμα, άρα δεν χρειάζεται αντίστοιχοι χρόνοι.
Το "baixo" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα πορτογαλικά. Ένα παράδειγμα: "Ficar por baixo" σημαίνει "να μην έχεις την υπεροχή σε μια συγκεκριμένη κατάσταση."
Ακολουθούν μερικές παραδειγματικές προτάσεις με ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη "baixo": 1. "Estar por baixo de água" (Να βρίσκεσαι κάτω από το νερό) 2. "Ficar por baixo da mesa" (Να μείνεις κρυμμένος ή αδιάκριτος) 3. "Jogo baixo" (Άδικο παιχνίδι)
Η λέξη "baixo" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "bassus" που σημαίνει "χαμηλός".
Συνώνυμα: κάτω, χαμηλά, φθηνός
Αντώνυμα: ψηλός, ακριβός