Ρήμα
/ir/ (Ιντερνασιονάλ Φονετικό Αλφάβητο)
Το ρήμα "ir" στα πορτογαλικά σημαίνει "πηγαίνω". Χρησιμοποιείται ευρέως σε προφορική και γραπτή γλώσσα.
Το ρήμα "ir" στα πορτογαλικά χρησιμοποιείται σε όλους τους απαραίτητους χρόνους (παρελθόν, ενεστώτας, μέλλον) και με όλες τις θέσεις (απλή, διαρκής, παθητική, παθητική διαρκούς). Παραδείγματα όλων των μορφών των ρημάτων μπορούν να δοθούν αν υπάρχει αναγκαιότητα.
Το ρήμα "ir" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα πορτογαλικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Ελληνικά: Πήγαν από το κακό στο χειρότερο.
Ir de vento em popa
Ελληνικά: Από τη στιγμή που ξεκίνησαν το έργο, πάνε πολύ καλά.
Ir à luta
Ελληνικά: Ακόμη κι όταν αντιμετωπίζει δυσκολίες, πάει στη μάχη.
Ir à forra
Ελληνικά: Με τη νίκη, επιτέλους εκδικήθηκε.
Ir a nado
Το ρήμα "ir" προέρχεται από τα λατινικά "ire".
Συνώνυμα: Mover-se, deslocar-se, locomover-se.
Αντώνυμα: Ficar, permanecer, parar.