levantar-se - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

levantar-se (πορτογαλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "levantar-se" είναι ρήμα στα Πορτογαλικά.

Φωνητική αναπαράσταση

levantar-se: [lɨvɐ̃ˈtaɾ sɨ]

Σημασίες & Χρήση

Η φράση "levantar-se" σημαίνει "ξυπνάω" ή "σηκώνομαι". Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, κυρίως σε καθημερινές συνομιλίες. Χρησιμοποιείται και στη γραπτή γλώσσα, κυρίως σε πεζογραφία και φιλολογικά κείμενα.

Χρόνοι Ρημάτων

Οι χρόνοι του ρήματος "levantar-se" στα Πορτογαλικά είναι: - Presente: levanto-me - Pretérito Perfeito: levantei-me - Futuro: levantar-me-ei

Γερούνδιο

Ο όρος γερουνδίου της φράσης "levantar-se" είναι "levantando-se".

Παραδείγματα

  1. Ela costuma levantar-se cedo. (Συνήθως σηκώνεται νωρίς.)
  2. Foi impossível levantar-se da cama depois de uma noite tão agitada. (Ήταν αδύνατο να ξυπνήσει από το κρεβάτι μετά από μια τόσο αναστατωτική νύχτα.)

Συνηθισμένες φράσεις

Η φράση "levantar-se" συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Πορτογαλικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: 1. levantar-se com o pé esquerdo (σημασία: ξεκινώ κάτι με κακή διάθεση) Παράδειγμα: Ele levantou-se com o pé esquerdo hoje de manhã. (Άρχισε τη μέρα του με κακή διάθεση σήμερα.)

  1. levantar-se da mesa (σημασία: τελειώνω το φαγητό μου) Παράδειγμα: Posso levantar-me da mesa agora? (Μπορώ να σηκωθώ από το τραπέζι τώρα;)

  2. levantar a mão (σημασία: εκφράζω ενδιαφέρον ή συμφωνία) Παράδειγμα: Antes de falar, levantem a mão se tiverem perguntas. (Πριν μιλήσω, σηκώστε το χέρι σας αν έχετε ερωτήσεις.)

Ετυμολογία

Το ρήμα "levantar-se" προέρχεται από τη συνδυασμό των λέξεων levantar (να σηκώνω) και se (εαυτός). Έχει ρίζες στη ισπανική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: σηκώνομαι, εξαναγκάζομαι
Αντώνυμα: κάθομαι, ρίχνομαι