Ουσιαστικό
/sawˈðaðɨ/ (IPA)
Το "saudade" είναι μια Πορτογαλική λέξη που δεν έχει ακριβή αντίστοιχη στην Ελληνική γλώσσα. Περιγράφει ένα συγκεκριμένο συναισθηματικό και πνευματικό κενό ή ανάγκη να επαναφέρουμε κάτι χαμένο ή αποτινάξαμε. Συχνά λέγεται ότι "saudade" δεν μπορεί να μεταφραστεί με ακρίβεια, αλλά πολλοί προσπαθούν να το ερμηνεύσουν ως έναν συνδυασμό από νοσταλγία, μελαγχολία και αναπολή.
Η λέξη "saudade" χρησιμοποιείται συχνά στα πορτογαλικά τραγούδια, ποιήματα και γενικά στην πορτογαλική κουλτούρα. Είναι περισσότερο κοινή στον προφορικό λόγο, αλλά εμφανίζεται επίσης κατά καιρούς σε γραπτά έργα.
Η λέξη "saudade" είναι συχνή στην πορτογαλική γλώσσα και χρησιμοποιείται σε ποικίλους πολιτισμικούς και λογοτεχνικούς περίπους.
Ο όρος πιθανότατα προέρχεται από τη λατινική λέξη "solvō", που σημαίνει αισθάνομαι πόνο για την απώλεια. Η λέξη αυτή έχει πλούσια ιστορία και χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες στη λογοτεχνία και την ποίηση.
Συνώνυμα: νοσταλγία, μελαγχολία, αναπολία
Αντώνυμα: χαρά, ικανοποίηση, αδιαφορία
"Sinto uma profunda saudade da casa da minha infância."
Μετάφραση: "Νοιώθω μια βαθιά saudade για το σπίτι της παιδικής μου ηλικίας."
"O fado português muitas vezes exprime a saudade do amor perdido."
Μετάφραση: "Το πορτογαλικό φάντο εκφράζει συχνά τη saudade του χαμένου έρωτα."
Η "saudade" εμφανίζεται συχνά σε ποιήματα, τραγούδια και παραδοσιακές ιστορίες του Πορτογαλικού λαού. Είναι ένα αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό της πορτογαλικής κουλτούρας και μπορεί να προκαλέσει έντονα συναισθήματα σε όσους το νιώθουν.
Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων με τη "saudade": 1. "Matar a saudade" (Να σκοτώσεις την saudade): Να επανενωθείς με κάποιον ή κάτι που λαχταρείς έντονα. 2. "Saudades do Brasil" (Αναπολώντας τη Βραζιλία): Να αισθάνεσαι νοσταλγία για τη Βραζιλία ή για μια εποχή που έζησες εκεί.
Το "saudade" είναι ουσιαστικό, οπότε δεν έχει μορφές ρήματος.