Το também είναι σύνδεσμος στην πορτογαλική γλώσσα.
/tɐ̃ˈbẽ/
Το também στα πορτογαλικά σημαίνει "επίσης" ή "επίσης". Χρησιμοποιείται για να προσθέσει ένα στοιχείο σε μια λίστα ή για να υπογραμμίσει την ομοιότητα μεταξύ δύο πραγμάτων. Είναι ένα πολύ συνηθισμένο λεξικό στα πορτογαλικά και χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή γλώσσα.
Το também συμμετέχει σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα πορτογαλικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: 1. Eu também acho! (Κι εγώ συμφωνώ!) 2. Além disso, eles também concordaram. (Επιπλέον, κι αυτοί συμφώνησαν.) 3. Não apenas eu, mas também ela gosta de música clássica. (Όχι μόνο εγώ, αλλά κι αυτή αρέσεται την κλασσική μουσική.)
Η λέξη também προέρχεται από το λατινικό "tam" που σημαίνει "επίσης" ή "το ίδιο" και το "bem" που σημαίνει "καλά".
Το também είναι μια πολύ χρήσιμη λέξη στα πορτογαλικά για να εκφράσετε συμφωνία, σύγκριση ή πρόσθεση πληροφοριών.