ненавидеть - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ненавидеть (ρωσικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

[ˈnʲenəvʲɪdʲɪtʲ]

Σημασίες

Το ρήμα "ненавидеть" στα ρωσικά σημαίνει "μισώ" ή "μισώ βαθιά." Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ωστόσο είναι πιο συνηθισμένο σε πιο συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις.

Χρήση

Η μέρος των χρόνων του ρήματος "ненавидеть": - Ενεστώτας: ненавижу - Αόριστος: ненавидел(а) - Μέλλοντας: буду ненавидеть - Παρακείμενος: ненавидел(а) - Παθητική όψη: ненавидим(ы) - Συνέχεια: ненавидя - Υπερσυνέχεια: ненавидев - Δικτυακή υποτακτική: чтобы ненавидеть

Παραδείγματα

  1. Я ненавижу ложь. (Μισώ το ψέμα.)
  2. Она ненавидела этот город. (Μισούσε αυτή την πόλη.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το ρήμα "ненавидеть" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ρωσικά. Παρακάτω παρατίθενται 5 παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων με αυτό το ρήμα:

  1. Ненавидеть до мозга костей - Μισώ βαθιά
  2. Ненавидеть без памяти - Μισώ πολύ
  3. Ненавидеть до дрожи в коленях - Μισώ τόσο πολύ που τρέμουν τα γόνατά μου
  4. Ненавидеть до усрачки - Μισώ κάποιον τόσο πολύ που είμαι έτοιμος να χάσω τις αισθήσεις μου
  5. Ненавидеть наизнанку - Μισώ αυτόν ακόμη κι αν βγεί ανάποδα

Ετυμολογία

Το ρήμα "ненавидеть" προέρχεται από τον ρωσικό ρίζα "ненависть", που σημαίνει μίσος.

Συνώνυμα και Αντίθετα

Συνώνυμα: - Презирать (περιφρονώ) - Отвращаться (αποπηδώ) - Не переносить (μην αντέχω)

Αντίθετα: - Любить (αγαπώ) - Обожать (λατρεύω) - Почитать (εκτιμώ)