συνταξιοδότηση - translation to English
Diclib.com
Online Dictionary

συνταξιοδότηση - translation to English


συνταξιοδότηση         
retirement, superannuation
superannuation      
n. συνταξιοδότηση
retirement      
n. συνταξιοδότηση, αποστρατεία

Wikipedia

Συνταξιοδότηση
Η συνταξιοδότηση είναι η διαδικασία απόσυρσης από την ενεργό επαγγελματική ζωή του ατόμου.