Diccionario en línea
Diclib.com
Diccionario en línea

Diccionario inglés-griego

A    B    C    D    E    F    G    H    I    J    K    L    M    N    O    P    Q    R    S    T    U    V    W    X    Y    Z    Ά    Έ    Ή    Ί    Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω    Ό    Ύ    Ώ   
Palabras que comienzan con "Ό": 248
όργανο εκτίμησης
όργανο καταγραφής επιτάχυνσης
όργανο μέτρησης
όργανο με το οποίο οι αράχνες νήθουν το νήμα τους
όργια
όργιο
όργωμα
όρεξη
όρθιος
όρθιος επιβάτης
όρθιος επιβάτης λεωφορείου
όρθιος$1$
όρια
όριο
όριο ταχύτητας
όρκος
όρμηση
όρμος
όρνιθα
όρνιθες
όρνιο
όρνις
όροι
όρος
όρος ασφάλειας
όρος πράξης
όροφος
όροφος λεωφορείου
όρτυξ
όρυζα
όρχις
όσα
όσο
όσο αφορά
όσο κοντά
όσο νωρίτερα τόσο το καλύτερο
όσπρια
όσπριο
όσπριο της άπω ανατολής
όστια
όστια καθολικών
όστις
όστρακο
όσφρηση
όσχεο ανατομία
όταν
ότι
ότι αξίζει
ότι κι αν συμβεί
ότι$1$
ότου
όφελος
όφις
όφσετ
όχημα
όχημα ορυχείου
όχηση επι έλκηθρο
όχηση επι χιονοέλκηθρο
όχθη
όχθη ποταμού
όχι
όχι άλλο
όχι ακόμη
όχι αλειμμένος
όχι αμερικάνικος
όχι αναγκαίος
όχι ανοικτός
όχι αποδοτικός
όχι αποτελεσματικός
όχι αποφασιστικός