Ρόδιο - definitie. Wat is Ρόδιο
Diclib.com
Woordenboek ChatGPT
Voer een woord of zin in in een taal naar keuze 👆
Taal:

Vertaling en analyse van woorden door kunstmatige intelligentie ChatGPT

Op deze pagina kunt u een gedetailleerde analyse krijgen van een woord of zin, geproduceerd met behulp van de beste kunstmatige intelligentietechnologie tot nu toe:

  • hoe het woord wordt gebruikt
  • gebruiksfrequentie
  • het wordt vaker gebruikt in mondelinge of schriftelijke toespraken
  • opties voor woordvertaling
  • Gebruiksvoorbeelden (meerdere zinnen met vertaling)
  • etymologie

Wat (wie) is Ρόδιο - definitie


Ρόδιο         
  • Η ραδιενέργεια σε MBq<ref group="Σημ.">Το Becquerel (Bq) είναι μονάδα ραδιενέργειας στο SI. 1 Bq = 1 μεταστοιχείωση/s. 1 MBq = 10<sup>6</sup> Bq</ref>/g για καθένα από τα PGM που δημιουργείται από τη σχάση του ουρανίου. Το πιο ραδιενεργό είναι το Ru. Το Pd έχει σχεδόν σταθερή δραστηριότητα εξαιτίας του εξόχως μακρόβιου <sup>107</sup>Pd, ενώ το Rh είναι το λιγότερο ραδιενεργό
  • Διατομή μεταλλικού πυρήνα καταλύτη
  • Κρύσταλλος Rh<br />α = 380,4 pm
  • Ηλεκτρονιακή διαμόρφωση Rh
  • Προμηθευτές ροδίου το 2007 (25,5 τόννοι ή 822.000 ουγγιές)
  • Το σύμπλοκο RhH(CO)(Tppts)<sub>3</sub><ref group="Σημ.">Το όνομα του συμπλόκου είναι : Το μετά νατρίου σουλφουνομένο άλας του καρβονυλο-υδριδο-τρισ(τριφαινυλοφωσφινο) ροδίου(Ι). Η ομάδα Tppts είναι η PPh<sub>3</sub>SO<sub>3</sub><sup>-</sup>Na<sup>+</sup></ref> χρησιμοποιείται ως καταλύτης στις ενυδατώσεις των αλκενίων προς αλδεΰδες
  •  Επιροδιωμένη βέρα από «λευκό χρυσό»
  • Συντακτικός τύπος του καταλύτη Wilkinson
ΧΗΜΙΚΌ ΣΤΟΙΧΕΊΟ ΠΟΥ ΠΉΡΕ ΤΟ ΌΝΟΜΑ ΤΟΥ ΑΠΌ ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΆΦΥΛΛΟ (ΡΌΔΟ)
Rh
Το χημικό στοιχείο ρόδιο (αγγλικά: Rhοdium) είναι μέταλλο με ατομικό αριθμό 45 και σχετική ατομική μάζα 102,9055. Το χημικό του σύμβολο είναι «Rh» και ανήκει στην ομάδα 9 του περιοδικού πίνακα, στην περίοδο 5 και στο d-block, της 2ης κύριας σειράς των στοιχείων μετάπτωσης.
Αρχαίοι Ρόδιοι         
Ρόδιοι ή Ροδίτες ονομάζονταν οι κάτοικοι της αρχαίας Ρόδου. Κατάγονταν από τους Τελχίνες που είχαν έλθει από την Κύπρο ή από την Κρήτη.