Diclib.com
ChatGPT AI Dictionary
Dictionary Lookup
Custom Solutions
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي
English-Greek dictionary
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ά
Έ
Ή
Ί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ό
Ύ
Ώ
Words starting with "
Γ
"
: 1303
«
1
2
...
5
6
7
8
9
...
18
19
»
γεννήθηκε το
γεννήτρια
γενναίο δώρο
γενναίο και φιλεργό άτομο
γενναίος
γενναιοδωρία
γενναιοφροσύνη
γενναιόδορος
γενναιόδωρος
γενναιότης
γενναιότητα
γεννημένος
γεννητικά όργανα
γεννητικός
γεννητικότητα
γεννητόρας
γεννητώρ
γεννητώρας
γεννιέμαι
γεννούσα περισσότερα του ενός
γεννώ
γεννώ ένα φάντασμα
γεννώ αγελάδα
γεννώ σκυλάκια
γεννών
γενοκτονία
γεντιακή
γενόμενος υπό όρους
γενώ χοιρίδια
γερά
γεράκι
γεράματα
γεράνι
γεράνιο
γερανός
γεριατρική
γερμάνιο
γερμανικό κλειδί
γερμανικό ποτό
γερμανικό υποβρύχιο
γερμανικός
γερμανοεβραϊκή διάλεκτος
γερνώ
γεροδεμένος
γεροδύναμος
γεροντίστικος
γεροντική άνοια
γεροντικός
γεροντοκόρη
γεροντολογία
γεροντοπαλλήκαρο
γεροντότερος
γεροπαράξενος
γερουσία
γερουσιαστής
γερουσιαστικός
γεροχωριάτης
γερούνδιο
γερτός
γερόγατα
γερός
γερών
γερών χωρικός
γευματίζω
γευματίζων
γευστικά
γευστικός
γευστικότης
γευστικότητα
γευόμενος
«
1
2
...
5
6
7
8
9
...
18
19
»
Dictionary Lookup
Custom Solutions
Contact Us
INTERFACE LANGUAGE
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي