Diclib.com
ChatGPT AI Dictionary
Dictionary Lookup
Custom Solutions
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي
English-Greek dictionary
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ά
Έ
Ή
Ί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ό
Ύ
Ώ
Words starting with "
Ξ
"
: 549
«
1
2
...
4
5
6
7
8
»
ξυράφι ασφάλειας
ξυρίζομαι
ξυρίζω
ξυραίνω χόρτα
ξυραφάκι
ξυρισμένος
ξυριστής
ξυριστική μηχανή
ξυστήρ χειρουργού
ξυστρίζω
ξωτικό
ξόανο
ξόρκι
ξύγκι
ξύδι
ξύλα
ξύλευση
ξύλινα άλογα στροβιλιζόμενα
ξύλινα αντικείμενα
ξύλινα είδη
ξύλινη επένδυση
ξύλινη καλύβα
ξύλινη οικία
ξύλινη ράβδος
ξύλινο αλογάκι παιδιού
ξύλινο καρφίο
ξύλινο μαχαιρίδιο
ξύλινο πανέρι
ξύλινο πλαίσιο
ξύλινο σπιτάκι
ξύλινο σφυρί
ξύλινο υπόδημα
ξύλινο φρούριο
ξύλινος
ξύλισμα
ξύλο
ξύλο άμαξης εις το οποίο δένονται τα λωριά των ίππων
ξύλο ακακίας
ξύλο καρυδιάς
ξύλο οξύας
ξύλο πελέκεως
ξύλο προσαρμοζόμενο στο πόδι προς ολίσθηση επι το χιόνι
ξύλο χαρτοποιίας
ξύλο χρησιμεύων ως βάση
ξύνω
ξύνω με ξυλοφάγον
ξύπνησα
ξύπνιος
ξύρισμα
ξύση
ξύσιμο
ξύσμα
ξύσματα
ξύσματα μέταλλου
ξύστης
ξύστρα
ξύστρα άλογου
ξύστρο
ξώλαμπρα
«
1
2
...
4
5
6
7
8
»
Dictionary Lookup
Custom Solutions
Contact Us
INTERFACE LANGUAGE
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي