Diclib.com
Dicionário ChatGPT
Pesquisa de dicionário
Soluções personalizadas
Português
Русский
English
Español
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي
Dicionário inglês-grego
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ά
Έ
Ή
Ί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ό
Ύ
Ώ
Palavras que começam com "
Ι
"
: 635
«
1
2
3
4
5
6
...
9
10
»
ιδρύτρια
ιδρύω
ιδρύω πάλι
ιδρώνω
ιδρώνων
ιδρώς
ιδρώτας
ιδυοσυγκρασία
ιδών
ιεράρχης
ιεράρχηση
ιερέας
ιερέας του βούδα
ιερέας των κελτών
ιερέως
ιερακοτρόφος
ιεραποστολή
ιεραποστολικός
ιεραπόστολος
ιεραρχία
ιεραρχία επιχείρησης
ιεραρχικά
ιεραρχικός
ιεραρχικώς
ιερατεία
ιερατείο
ιερατική πανουργία
ιερατικός
ιερατικώς
ιερεία
ιερεμίας
ιερεύς
ιεροβοτάνη
ιερογλυφικός
ιεροκήρυκας
ιεροκήρυξ
ιεροκρατία
ιερομάρτυρας
ιεροπρέπεια
ιεροπρεπής
ιεροσπουδαστής
ιεροσυλία
ιεροτελεστής
ιεροτελεστία
ιεροτελεστική πλύση
ιερουργία
ιερουργώ
ιεροφυλάκιο
ιεροφυλάκιο καθολικής εκκλησίας
ιεροφύλακας
ιεροφύλαξ
ιερού οστού
ιερωσύνη
ιερό
ιερό οστό
ιερό σκεύος
ιερό σύμβολο της φυλής παρά τους ερυθρόδερμους
ιερόγλυφο
ιερός
ιερός τόπος
ιερόσυλος
ιερότης
ιερότητα
ιερώς
ιερώτατος
ιζηματογενής
ιησουίτης
ιθαγένεια
ιθαγενές
ιθαγενές ζώο ή φυτό
«
1
2
3
4
5
6
...
9
10
»
Pesquisa de dicionário
Soluções personalizadas
Fale conosco
INTERFACE LANGUAGE
Português
Русский
English
Español
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي