DICLIB.COM
AI-based language tools
All tools
Subscription
Contact Us
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي
English-Greek dictionary
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ά
Έ
Ή
Ί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ό
Ύ
Ώ
Words starting with "
Α
"
: 7465
«
1
2
...
7
8
9
10
11
...
106
107
»
αγρονόμος
αγροτική αστυνομία
αγροτική ζωή
αγροτική οικία
αγροτικός
αγροτικός μηχανικός
αγροτικότης
αγροτικότητα
αγροτικώς
αγροφυλακή
αγροφύλακας
αγρυπνία
αγρυπνώ
αγρυπνώς προσέχων
αγρωπός
αγρόκτημα
αγρός
αγρότης
αγυάλιστος
αγυιόπαις
αγυρτία
αγυρτεία
αγχίνεια
αγχίνοια
αγχίνους
αγχαράσσω
αγχόνη
αγωγή
αγωγή επανακτήσεως
αγωγή κατάσχεσης
αγωγί
αγωγιμότης
αγωγιμότητα
αγωγιμότητα ανόδου
αγωγός
αγωγός θερμότητας
αγωγός νερού
αγωνία
αγωνίζομαι
αγωνίζομαι ανεπιτυχώς
αγωνίζομαι να αποκτήσω κάτι
αγωνίζω
αγωνίων
αγωνιζόμενος
αγωνιζόμενος$1$
αγωνιστής
αγωνιστής δρόμου μετ" εμπόδιων
αγωνιωδώς
αγωνιώ
αγωνιώδης
αγωνοδίκης
αγόγγυστος
αγόρευση
αγόρι
αγόρι μου
αγύμναστος
αγύρευτος
αγύριστος
αγύρτης
αγύρτικος
αγώγιμο
αγώγιμος
αγών
αγών δρόμου
αγώνας
αγώνας δρόμου
αγώνας πυγμαχίας
αγώνας χωρίς εμπόδια
αγώνιες γραμμές
αγώνιος
«
1
2
...
7
8
9
10
11
...
106
107
»
All tools
Subscription
Contact Us
INTERFACE LANGUAGE
English
Русский
Español
Português
Deutsch
Français
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي