Diclib.com
Dictionnaire en ligne
Recherche dans le dictionnaire
Solutions personnalisées
Français
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي
Dictionnaire anglais-grec
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ά
Έ
Ή
Ί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ό
Ύ
Ώ
Mots commençant par "
Ο
"
: 1334
«
1
2
...
7
8
9
10
11
...
19
20
»
ομογενές δίκτυο υπολογιστών
ομογενής
ομογνωμοσύνη
ομοεθνής
ομοειδές φορτίο
ομοειδής
ομοθυμία
ομοιάζω
ομοιάζων
ομοιάζων βαλβίδα
ομοιάζων με κάδον
ομοιάζων με μούρο
ομοιάζων με ξαντόν
ομοιάζων με σκαφήν
ομοιάζων με ταώ
ομοιάζων προς τάφον
ομοιογένεια
ομοιογενής
ομοιογράφο
ομοιοκατάληκτος
ομοιοκαταληκτώ
ομοιοκαταληξία
ομοιομορφία
ομοιοπάθεια
ομοιοπαθητικός
ομοιοπαθητικός$1$
ομοιοφωνία
ομοιοφώνος
ομοιόμορφα
ομοιόμορφη ανάπτυξη
ομοιόμορφη διοίκηση
ομοιόμορφη ενίσχυση
ομοιόμορφη επιτάχυνση
ομοιόμορφος
ομοιότης
ομοιότης κλίσεων
ομοιότης χαρακτήρων
ομοιότητα
ομοιότητα κλίσεων
ομοιότητα χαρακτήρων
ομοιόχρωμος
ομοκεντρικώς
ομολογήσιμος
ομολογία
ομολογία ανασφαλιστή
ομολογία με ρήτρα
ομολογία χρέους
ομολογίες
ομολογητής
ομολογητός
ομολογουμένως
ομολογούμενος
ομολογώ
ομολογώ την ενοχήν
ομολόγηση
ομοούσιος
ομορφαίνω
ομορφιά
ομοσπονδία
ομοσπονδιακό σύστημα
ομοσπονδιακός
ομοσπονδοποιώ
ομοτράπεζος
ομοφιλόφιλος
ομοφυλόφιλος
ομοφωνία
ομοφωνώς
ομού
ομού$1$
ομπρέλα
«
1
2
...
7
8
9
10
11
...
19
20
»
Recherche dans le dictionnaire
Solutions personnalisées
Contactez-nous
INTERFACE LANGUAGE
Français
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Ελληνικά
Nederlands
Italiano
عربي